από ΤΑ ΝΕΑ online – blogs (www.tanea.gr)

Καλό κατευόδιο Αλέξη

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Δευτέρα, 8 Δεκεμβρίου 2008 12:00:59 μμ

Συλλογίζομαι τη μάνα σου, τον πατέρα σου, την αδελφή σου.

Βαρύτατο είναι το πένθος τους. Πώς θα το αντέξουν άραγε;

Συλλογίζομαι τους συμμαθητές και τους φίλους σου και πιο πολύ από όλουςτο Νίκο που γιόρταζε εκείνο το βράδυ (έτσι είπανε αλλά θα μου πεις, έχει σημασία αν τον λένε Νίκο, Γιώργο ή Κωσταντίνο το φίλο σου, και αν γιορτάζατε πράγματι την ονομαστική του εορτή ή τα πρώτα σας βήματα σε επικίνδυνους δρόμους;).

Πήγατε μαζί να το γλεντήσετε κάπου εκεί στα Εξάρχεια. ΄Αδικο, όμως, δεν είναι να πας για γλέντι, έφηβος,και να φεύγεις έτσι από τη ζωή με μια σφαίρα στην καρδιά;Κι εκείνοι που βγήκαν στο δρόμο μαζί σου πώς και με τι καρδιά θα συνεχίσουν;

Μα συλλογίζομαι και την άλλη, την οικογένεια του δολοφόνου σου.Βαρύ και ασήκωτο είναι το φορτίο που άφησε και στα δικά του ανήλικα παιδιά. Πώς θα το σηκώσουν από δω και πέρα;

Μια σφαίρα τόση δα ήταν, κι όμως σημάδεψε για πάντα την ψυχή τόσων ανθρώπων

Φρένο, γκάζια, κινητό και φύγαμε

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Κυριακή, 12 Οκτωβρίου 2008

Με ένα γαρύφαλλο στ’αυτί, τον θυμάμαι να οδηγεί τολεωφορείο του τη δεκαετία του 1960. Ηταν οδηγός μιας γραμμής στην οδό Αχαρνών, που κατέληγε στη Χαλκοκονδύλη. Καμμιά σχέση δηλαδή με αυτό που συμβαίνει σήμερα. Αντί για γαρύφαλλο όλοι οι οδηγοί έχουν κρεμασμένο ένα bluetooth, ένα handsfree ή κρατάνε με το ένα χέρι το κινητό στο αυτί τους και με το άλλο το τιμόνι.Και μιλάνε ασταμάτητα.

Δεν ξέρω αν αυτό συμβαίνει συμπτωματικά και μόνο κάθε φορά που μπαίνω εγώ σε λεωφορείο ή σε τρόλεϊ. Θα μπορούσε νάναι κι έτσι. Εδώ και ένα μήνα πάντως άρχισα να κάνω τη δική μου στατιστικήγιατί με προβλημάτισε το γεγονός ότι δύο φορές απανωτά το λεωφορείο δεν σταμάτησε να με πάρει. Κατά σύμπτωση (;) ο οδηγός μιλούσε στο κινητό, όπως άλλωστε και οι περισσότεροι οδηγοί των ΙΧ που κυκλοφορούν στους δρόμους της Αθήνας.

Πρωί, μεσημέρι, βράδυ, από την Κεφαλληνίας στα Ιλίσια και από το Μαρούσι στο Μέγαρο Μουσικής (είναι οι διαδρομές που κάνω πιο συχνά αλλά το ίδιο συμβαίνει και σε όλες τις υπόλοιπες), ο οδηγός έχει βασικά το νου του στην τηλεφωνική του επικοινωνία και δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα ανοίξει (όλες) τις πόρτεςστις στάσεις, ότι θα τις κλείσει αφού ανεβοκατέβουν (όλοι) οι επιβάτες (που αναγκάζονται να βάζουν τις φωνές, εντάξει είναι κιαυτοί συχνά πυκνά εκτός ορίων, δεν θα το σχολιάσω, όμως, τώρα αυτό το αλαλούμ). Οσο για το θέμα του φρεναρίσματος δεν θα το θίξω καν.

Μπαίνω, λοιπόν, πάντοτε από την μπροστινή πόρτα και στέκομαι δίπλα στον οδηγό, μέχρι να μου βάλει τις φωνές – αν το προσέξει – να περάσω πίσω από τις μπάρες για την ασφάλειά μου και καλά.

Και τον ακούω να μιλάει. Ασταμάτητα. Με τη σύζυγο για το ποιος από τους δύο θα πάει για ψώνια, με το παιδί που την έκανε κοπάνα και τον ειδοποίησαν από το σχολείο, με τη μάνα που έχει καιρό να τη δει, με τη γκόμενα που του κάνει νάζια, με τον συνδικαλιστή για τις εκλογές, με τον συνάδελφο για το πώς είναι οι δρόμοι και που θα συναντηθούν όταν τελειώνει η βάρδια, με το φίλο που έρχεται από το χωριό να ψάξει το γιο του που τόσκασε από το στρατό και έχει πρόβλημα (όχι αυτός ήταν ταξιτζής – κι εκεί μια από τα ίδια δηλαδή, αν και το φαινόμενο είναι πιο αραιό αφού οι ταξιτζήδες προτιμούν να πιάνουν κουβεντούλα με τον πελάτη και να μην καταξοδεύονται).

Μικρές καθημερινές ιστορίες, θα μου πεις, όμως δεν είναι εκεί το θέμα.

Ναι, είμαστε επικοινωνιακός λαός πώς να το κάνουμε. Ευτυχώς. Αλλά να μιλάς στο τηλέφωνο τόσες ώρες και μάλιστα οδηγώντας; Αν δεις οδηγό χωρίς κινητό γράψε μου

Μια, κατά τ’ άλλα συνηθισμένη μέρα του Σεπτέμβρη

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Τετάρτη, 24 Σεπτεμβρίου 2008

Η 23η Σεπτεμβρίου, λέει το άρθρο των Νέων, είναι η ημέρα της οικολογικής μας χρεωκοπίας. Από σήμερα καταναλώνουμε περισσότερα από όσα παράγει η φύση ετησίως. Και αν δεν λάβουμε μέτρα –προειδοποιεί ο ΟΗΕ- το 2050 οι φυσικοί πόροι θα τελειώσουν από τις αρχές Ιουλίου. Αλλο ένα καμπανάκι για την κακοποίηση της φύσης και του περιβάλλοντος από το ανθρώπινο χέρι. Ποιο περιβάλλον; Σκέφτομαι το δικό μου βρώμικο και μολυσμένο περιβάλλον σ’αυτή την πόλη που κάθε μέρα γίνεται όλο και πιο άθλια.

Γυρίζωστο σπίτι μου με τα πόδια, σουρουπώνεικαι περιπλανιέμαι στα στενάκια κάτω από την Αχαρνών. Πεζοδρόμια με σπασμένες πλάκες, αναιμικά απότιστα δεντράκια, σκουπίδια κάθε λογής, σπασμένα μπουκάλια, νεκρά ξεκοιλιασμένα περιστέρια, ούρα και κακά σκύλων, ξέχειλοι σκουπιδοντενεκέδες, και δίπλα τους παρατημένα διάφορα, σακούλια μεμπάζα ξεχαρβαλωμένοι καναπέδες, μουχλασμένα στρώματα και παλιές μοκέτες που μουλιάζουν μέσα στα βρώμικα νερά της χθεσινής βροχήςμου φράζουν το δρόμο και η αποφορά τους ανακατεμένη με το καυσαέριο από τα μηχανάκια και τα παλιά αυτοκίνητα μου κόβει την αναπνοή.Δυο μελαψοί νεαροί κουβαλάνε μια παλιά ηλεκτρική κουζίνα, ένα μελαγχολικό κορι τσάκι κάθεται στα σκαλιά μιας πολυκατοικίας και κρατάει από το λουρί του ένα θεόρατο σκύλο, ένας γέρος περνάει δίπλα μου και αφήνει πίσω του μια μπόχα χειρότερη και από αυτή του σκουπιδοντενεκέ.

Κρυφοκοιτάζω στα υπόγεια των πολυκατοικιών. Τα περισσότερα ήταν κάποτε αποθήκες και μαγαζάκια, τώρα τελευταία έγιναν σπίτια. Μέσα από ένα βρώμικο παράθυρο, μια μεσόκοπη χοντρή γυναίκα κάθεται σε μια σαραβαλιασμένη πολυθρόνα και ξεφυλλίζει περιοδικά. Δίπλα της, πάνω στο τραπέζι μια φουντωτή γάτα με ανασηκωμένη ουρά τρώει κάτι από ένα πιάτο. Ολα τα υπάρχοντα της γυναίκας είναι φυλαγμένα μέσα σε νάιλον σακούλες, που είναι στιβαγμένες στο κρεβάτι, στις καρέκλες, στο πάτωμα, παντού.Λίγο παρακάτω, σε ένα φτωχικό αλλά περιποιημένο δωματιάκι ένας γέρος ρίχνει πασιέντζες δίπλα στο αναμένο καντήλι, δυο πολυκατοικίες παραπέρα μέσα από τις κατεβασμένες γρίλιες ξεχύνονται αμανέδες και μυρωδιές μιας βαριάς ανατολίτικης κουζίνας.Ενα χαρτί κολημένο στο τζάμι ένα πολωνέζικου μπακάλικου προειδοποιεί τους πελάτες του ότι απαγορεύεται να πίνουν έξω από το μαγαζί. Οι Πολωνοί, μπορεί να είναι και Ρουμάνοι ή Ουκρανοί –θα σε γελάσω για την εθνικότητα-παίρνουν τις μπύρες τους και κάθονται παραδίπλα στην είσοδο μιας πολυκατοικίας.Ανηφορίζω προς την 3η Σεπτεμβρίου, η πόρτα μιας από τιςχαρτοπαικτικέςλέσχεςτης γειτονιάς είναι ορθάνοιχτη. Απέξω γλάστρες με φίκους μέσα θολό τοπίο, πράσινη τσόχα, χλωμά πρόσωπα, μυρωδιά κλεισούρας και τσιγαρίλας.

Φτάνω στο σπίτι μου, κλείνω την πόρτα και αφήνω απέξω όλα τα κακά. Βγαίνω στο μπαλκόνι, χώνω τη μύτη μου στις γλάστρες με το βασιλικό, τη λουίζα και το δυόσμο και παίρνω βαθειές ανάσες. Δεν αρκούν για να διώξω την μυρωδιά της πόλης που με ακολουθεί.Λύση, όμως,υπάρχει τη βρήκα στο μπλογκ «Μικρή κουζίνα» (http://mikrikouzina.blogspot.com).Στο ψυγείο έχουν μείνει 2-3 κιλά σταφύλια από την κληματαριά που σκιάζει την ταράτσα της μαμάς μου.(Ναι,σ’αυτή τη θλιβερήπόλη, υπάρχουν ακόμη κάτι αυλές με κληματαριές που κάνουν εξαιρετικά σταφύλια.) Θα φιάξω , λοιπόν, πετιμέζι και μουσταλευριά για να μυρίσει το σπίτι μου φθινόπωρο. Τα πλένω, καθαρίζω τις ρόγες, τις ρίχνω λίγες λίγες στο μούλτι, γιατί βαριέμαι να τις στίψω όπως πρέπει με το χέρι και μετά σουρώνω το χυμό τους δυο φορές, πρώτα με ένα λεπτό σουρωτήρι και κατόπινστο φίλτρο του καφέ.(Δοκιμάζω αυτό που μένει στο φίλτρο, είναι ένας πυκνός πουρές με παιδική γεύση, θα τον φάω αργότερα μαζί με κατσικίσιο τυράκι «Ρούμελη» με πιπέρι, το αγαπημένο μου)Βάζω την κατσαρόλα με το μούστο σε μέτρια φωτιά. Μόλις πάρει βράση, ξαφρίζω καλά καλά και αφήνω το ρόδινο υγρό να βράσει περίπου 50 λεπτά μέχρι να μείνει το 1/3. Εντωμεταξεί το σπίτι έχει μυρίσει υπέροχα. Επίτηδες δεν ανάβω τον εξαεριστήρα, θέλω η μυρωδιά να πλημμυρίσει όλα τα δωμάτια, να τρυπώσει παντού , να διώξει κάθε υποψία ασχήμιας.

Το πετιμέζι είναι έτοιμο. Το αφήνω στην άκρη να κρυώσει. Αύριοθα το βάλω στο μπουκάλι. Μετράω ένα ποτήρι, το ρίχνω πάλι στην κατσαρόλα, διαλύω2κουταλιές της σούπας κορν φλάουρ σε ενάμισι ποτήρι νερό και το αδειάζω στην κατσαρόλα με το πετιμέζι. Ανακατεύω συνεχώς, μέχρι που η μουσταλευριά αρχίζει να πήζει. Την κατεβάζω από τη φωτιά, είναι ανάλαφρη και αρωματική, η πιο ωραία μουσταλευριάπου έχω δοκιμάσει στη ζωή μου. Τη μοιράζω σε τρία μπολάκια, ρίχνω από πάνω λίγη κανελίτσα, σουσάμι και τριμένο καρύδι.

Τρέξε, λοιπόν, στη λαϊκή, ίσα που προλαβαίνει ς να βρεις σταφύλια. Καλό φθινόπωρο

Ένα Σχόλιο Προσθέστε το δικό σας

  1. Ο/Η jl λέει:

    υπεροχο. να ΄ σαι παντα γλυκια σαν πετιμεζι

Σχολιάστε