Coco Chanel, στην παγίδα του μύθου της

στις

Σκληρή, απαιτητική, μυστηριώδης, γεμάτη αντιθέσεις. Η εκρηκτική προσωπικότητα της «Μademoiselle» εξακολουθεί να είναι πηγή έμπνευσης για τη δημιουργία των συλλογών του οίκου της. Οι σχέσεις της όμως με τους Ναζί κατά τη διάρκεια του πολέμου κηλιδώνουν το μύθο της.

Rex Features / Everett Collection

Πέθανε μια Κυριακή. Επιστρέφοντας από τον περίπατό της, ο θυρωρός του Ριτζ τη ρώτησε «τι κάνετε» κι εκείνη του απάντησε «καλά». Μετά από 1-2 ώρες όμως ήταν νεκρή. Ένιωσε ένα πόνο στο στήθος και ξάπλωσε στο κρεβάτι της. «Ζαν, πνίγομαι»  είπε στην καμαριέρα. Μερικές κινήσεις πανικού, λίγες λέξεις ακόμη. Μετά δήλωσε: «Είναι όπως όταν κάποιος πεθαίνει». Και σκηνοθέτησε το θάνατο όπως και τη ζωή. Βάφτηκε, χτενίστηκε και ντύθηκε μη θέλοντας να δώσει στην αγωνία το χρόνο να χαλάσει την εικόνα της.

Τη επομένη η Monde θα μιλούσε για το στυλ που επέβαλε και το οποίο θα επιβαλλόταν σε πολλές γενιές ακόμη ενώ οι New York Times έκλειναν το τρίστηλο αφιέρωμά τους με το συμπέρασμα ότι η επιρροή της ήταν «ανυπολόγιστη».

Εφυγε μόνη. Οι φίλοι και οι έρωτές της είχαν προηγηθεί. Δεν είχε παιδιά. Εκείνη την ημέρα η τσάντα της και το χρηματοκιβώτιό της λεηλατήθηκαν από τα αρπακτικά που την περιτριγύριζαν με το χαμόγελο στα χείλη. Πραγματοποιήθηκε όμως η τελευταία της επιθυμία. Η Κοκό Σανέλ ενταφιάστηκε στη Λωζάνη, στον τάφο που είχε σχεδιάσει η ίδια χωρίς πέτρα από πάνω: «Για την περίπτωση που θα ήθελα να ξαναβγώ» όπως έλεγε.

Με τη λιτή διαθήκη της που συντάχθηκε στις 11 Οκτωβρίου 1965 λίγο μετά το θάνατο του συνεταίρου της  Πιερ Βερτχάιμερ, όρισε ως μοναδικό κληρονόμο της το Ιδρυμα COGA (Από τα ονόματα Κοκό και Γκαμπριέλ). Είχε ιδρυθεί το 1962  με σκοπό να εκπληρώσει τις επιθυμίες της Μademoiselle, δηλαδή να δίνει ένα επίδομα σε συγκεκριμμένους ανθρώπους -συγγενείς, υπαλλήλους, φίλους- να υποστηρίζει νέους καλλιτέχνες και να βοηθάει αρρώστους. «Ετσι δεν πρόκειται να ενοχληθείς και να βαρεθείς μετά το θάνατό μου, όλα είναι κανονισμένα» είπε στην ανιψιά της Γκαμπριέλ Παλάς-Λαμπρουνί, υποδεικνύοντάς της παράλληλα τι ακριβώς έπρεπε να κάνει με τη μαγείρισσα, τον μπάτλερ, τον λογιστή, τον οδηγό και τις καμαριέρες της όταν ερχόταν η στιγμή.

Photo by Irving Penn 1967, Vogue Italia

Η έδρα του ιδρύματος βρισκόταν στον φορολογικό παράδεισο της Βαντούζ. Κάπου εκεί ανάμεσα στην πρωτεύουσα του Λίχτενστάιν και την Ελβετία βρισκόταν η περιουσία της Κοκό η οποία -όπως και η επιροή της- ήταν ανυπολόγιστη. Όταν πέθανε γράφτηκε στον τύπο ότι η περιουσία της ανερχόταν στα 15 εκ δολλάρια, ποσό που εκείνη την εποχή αντιστοιχούσε σε 75 εκ φράγκα, άλλοι πάλι πιστεύουν ότι ήταν πολύ περισσότερα. Τα νούμερα πάντως δεν έχουν εξακριβωθεί. Κατά τ’άλλα η Σανέλ έμοιαζε με καπετάνιο χωρίς πλοίο, αφού ο οίκος Chanel  δεν ήταν δικός της. Είχε μόνο το 10% το υπόλοιπο 90%, ανήκε στην αυτοκρατορία των Πιέρ και Πολ Βερτχάιμερ οι οποίοι πλήρωναν επίσης όλα τα έξοδα της πλουσιοπάροχης ζωής της.

Την Δευτέρα πάντως -αν δεν είχε πεθάνει την προηγουμένη- θα είχε πάει στη δουλειά της. Ο θυρωρός θα την περίμενε στην είσοδο και η εμβληματική σκάλα του μεγάρου με τους τεράστιους καθρέφτες θα είχε αρωματιστεί όπως συνήθως με Νο 5.

Εντωμεταξύ το ταγιέρ της Σανέλ φοριέται από όλες τις μεγάλες κυρίες σε σημαντικές εκδηλώσεις. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τη ροζ δημιουργία της για τη Τζάκι Κένεντι από μπουκλέ μάλλινο ύφασμα με το σταυρωτό σακάκι και το ναυτικό μπλε γιακά που βάφτηκε κόκκινο από το αίμα του προέδρου, στο Ντάλας. Και ποιος μπορεί να φανταστεί τη Σιμόν Βέιλ, την πρώτη πρόεδρο του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου η οποία με τις μεταρρυθμίσεις της θα άλλαζε τη ζωή των Γαλλίδων, ντυμένη αλλιώς. Οι καιροί όμως αλλάζουν και σαρώνουν τα πάντα στο πέρασμά τους. Η Σανέλ το ένιωθε. «Το βρίσκετε καλό αυτό που συμβαίνει με τις απεργίες;» είπε στην Εντμοντ Σαρλ-Ρου, που την επισκέφτηκε την άνοιξη του 1968. Μισούσε τη νεολαία με τα γυμνά πόδια και τις μίνι φούστες, και το μπλου τζιν που θα γινόταν το δεύτερο δέρμα του πλανήτη.

Ενα χρόνο αργότερα η συνέντευξη που έδωσε στον Ζακ Σαζό για την εκπομπή «Dim Dam Dom» θα έκανε μεγάλο ντόρο. «Νομίζετε ότι οι γυναίκες φαίνονται πιο νέες όταν δείχνουν τα γόνατα και τους μηρούς τους; Το βρίσω άσεμνο. Το μισώ» του είπε προστέτωντας νευρικά: «Με αηδιάζουν οι γυναίκες που φορούν παντελόνι, πιστεύω στην αδυναμία τους, όχι στη δύναμή τους. Δεν είναι ευτυχισμένες σε μια εποχή όπως η σημερινή γιατί δεν αρέσουν. Και μια γυναίκα που δεν αρέσει είναι ένα μηδενικό»

Αυτά τα απίστευτα λόγια βγήκαν από το στόμα ακριβώς εκείνης που επέβαλε το παντελόνι στις γυναίκες δεν ήταν όμως παρά η κραυγή της μετά από μια μακρόχρονη μοναξιά. Και «εξαφανίστηκαν» αμέσως. Ο οίκος Chanel από το φόβο των συνεπειών φρόντισε να εξαγοράσει αμέσως τον Ζακ Σαζό. Η ταινία του δεν υπάρχει στο Εθνικό Ινστιτούτο Οπτικοακουστικών Μέσων  και έτσι οι επίθεση της γηραιάς Κοκό στον φεμινισμό έμεινε αόρατη.

Σαράντα ένα χρόνια έχουν περάσει από τον θάνατό της το τριόροφο διαμέρισμα της  οδού Καμπόν έμεινε όπως ακριβώς το άφησε η Κοκό Σανέλ. Ανακαινίζεται φυσικά κάθε τόσο. Τι βλέπουν λοιπόν  οι επισκέπτες; Αφθονα αντικείμενα που αποκαλύπτουν τους έρωτές της, τις αναμνήσεις, τις προκαταλήψεις και τις εμμονές της, αλλά  κανένα πίνακα μεγάλου ζωγράφου εκτός από ένα μικρό έργο του Νταλί. Η Κοκό ζούσε στον κόσμο των μεγάλων καλλιτεχνών, δεν ήταν όμως συλλέκτρια. Το C από το Coco και το G από το Gabriel είναι σκαλισμένα σε πολυελαίους και καθρέφτες, στους καναπέδες υπάρχουν μαξιλάρια που θυμίζουν την περίφημη τσάντα Σανέλ με την αλυσίδα και σε τραπεζάκια χρυσά κουτάκια, επαργυρωμένα,  δώρο του εραστή της, δούκα του Γουεστμίνστερ.  Πολυτέλεια χωρίς επίδειξη.

Ο Καρλ Λάγκερφελντ που ανέλαβε να συνεχίσει το έργο της εξακολουθεί να παίζει με τα τουίντ και τα ταγιέρ. Βέβαια στην Ασία, όπου εδρεύουν πλέον οι νεόπλουτοι  πελάτες του οίκου μπορεί να μην γνωρίζουν ότι το Σανέλ ήταν το όνομα μιας γυναίκας. Πέρισι ο οίκος Σανέλ και το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Σαγκάης οργάνωσαν μια έκθεση με τίτλο «Culture Chanel» Εκτέθηκαν χειρόγραφα, φωτογραφίες, παρτιτούρες που αποδεικνύουν τη φιλία της με τον Στραβίνσκι, τον Νταλί, τον Πικάσο, τον Κοκτώ. Όταν όμως μιλάει κανείς για τον μύθο, δεν μιλάει για μπίζνες…

Το 1985 η Chanel SA, η θυγατρική του ομίλου με έδρα το Νεϊγί δήλωσε ένα δις φράγκα, έσοδα τα οποία ανήλθαν σε δύο δις ευρώ το 2011, χωρίς να υπολογιστούν βεβαίως τα έσοδα των εταιρειών Chanel Inc. στις ΗΠΑ και Chanel KK στην Ιαπωνία, των 180 μπουτίκ που υπάρχουν σε όλο τον κόσμο και των 8 με 10 που ανοίγουν επιπλέον κάθε χρόνο. Η αυτοκρατορία διοικείται πάντα από την οικογένεια Βερτχάιμερ. Τα εγγόνια του ιδρυτή, με περιουσία που υπολογίζεται  σε 5,6 δις ευρώ συγκαταλέγονται ανάμεσα στους πιο πλούσιους γάλλους. Δεν δίνουν συνεντεύξεις και δεν προκαλούν με διαζύγια και διακοπές σε πανάκριβες βίλες.

Η Κοκό, εμπνευσμένη από το δικό της λεπτό σώμα σχεδίαζε ρούχα για τον εαυτό της. Φαντάστηκε αλλιώς τη γυναικεία θηλυκότητα, απελευθέρωσε το γυναικείο σώμα γυναικών, κατάργησε κορσέδες και φτερά φέρνοντας επανάσταση στον κόσμο της μόδας. Εφηύρε μια άλλη γυναικεία φιγούρα αλλά και  την ίδια της τη ζωή δημιουργώντας έναν τεράστιο μύθο. «Εφηύρα τη ζωή μου παίρνοντας ως δεδομένο πως οτιδήποτε δεν μου αρέσει έχει το αντίθετό του, το οποίο οπωσδήποτε μου αρέσει» έλεγε. Ζητούσε μάλιστα από φίλους της συγγραφείς να γράψουν ένα μεγάλο άρθρο για τη ζωή της, με άλλα λόγια ένα βιβλίο. «Θα σας δώσω τις γενικές γραμμές και εσείς θα κεντήσετε» είχε πει μεταξύ άλλων στον Πολ Μοράν, τον Τζόσεφ Κέσελ και τη Λουίζ ντε Βιλμορέν. Το οποίο βιβλίο όμως αν  γραφόταν όσο ζούσε σίγουρα δεν θα της άρεσε. Θα έπρεπε να περιέχει μια ιστορία που δεν θα ήταν η ιστορία της αλλά κανείς δεν μπορούσε να ικανοποιήσει την μυθομανία της. Ο Μισέλ Ντεόν έγραψε 300 σελίδες τις οποίες όμως έσκισε κατ΄ απαίτησή της ενώ η «Αύρα της Σανέλ» του Πολ Μοράν -του είχε μιλήσει το χειμώνα του 1946  στο Σεν Μόριτς- κυκλοφόρησε τελικά το 1976 μετά από απαίτηση του εκδότη του.

η Κοκό Σανέλ γνώρισε τον Δούκα του Γουεστμίνστερ το 1923

Η πιο συναρπαστική βιογραφία της Μαντεμουαζέλ ωστόσο γράφτηκε από την φίλη της  Εντμόντ Σαρλ-Ρου, «Η ατίθαση: Η Κοκό πριν τη Σανέλ». Η διευθύντρια -για 12 χρόνια- της γαλλικής Vogue και κατόπιν πρόεδρος της Ακαδημίας Γκονκούρ δεν της χαρίζεται. Αποκαλύπτει την αλήθεια, φέρνοντας στο φως σκοτεινές πτυχές της ζωής της Κοκό χωρίς όμως να βεβηλώνει τη μνήμη της. Η Γκαμπριέλ όπως λεγόταν η Κοκό μπορεί να συναναστρεφόταν γόνους αριστοκρατών, πολιτικούς, επιχειρηματίες και καλλιτέχνες καταγόταν όμως από μια ταπεινή οικογένεια γυρολόγων της Σεβέν. Ορφανή από μητέρα μεγάλωσε σε μοναστήρι για να γίνει αργότερα η Κοκό των κακόφημων επαρχιακών καμπαρέ, κρυφή ερωμένων παντρεμένων κυρίων, η καπελού της οδού Καμπόν, η μοδίστρα της Ντοβίλ.

Επίσης ήταν γνωστές, οι σχέσεις της με τους Ναζί αν και η ίδια το αρνιόταν σθεναρά. Μετά τον πόλεμο μάλιστα συνελήφθη για τη δράση της απελευθερώθηκε όμως αμέσως ύστερα από παρέμβαση του Ουίνστον Τσόρτσιλ. Οι πληροφορίες για τη δράση της επιβεβαιώνονται πάντως και στο βιβλίο του Αμερικανού δημοσιογράφου Χαλ Βον «Στο κρεβάτι με τον εχθρό, ο μυστικός πόλεμος της Κοκό Σανέλ»  που κυκλοφόρησε πέρσι.

H Σανέλ είχε χρόνια σχέση με τον Χανς Γκούντερ φον Ντινκλάγκε

Ο Βον, ο οποίος δηλώνει ότι έχει στη διάθεσή του πληθώρα υλικού από τα γαλλικά, βρετανικά, γερμανικά και αμερικανικά αρχεία, αναφέρει ότι το 1940 σε ηλικία 57 ετών η Σανέλ στρατολογήθηκε από την Abwehr, τις μυστικές υπηρεσίες του γερμανικού στρατιωτικού επιτελείου για να γίνει η πράκτορας F-7124. Τότε ερωτεύτηκε και τον 45χρονο πράκτορα των ναζί, βαρώνο Χανς Γκoύντερ φον Ντινκλάγκε  με τον οποίο θα διατηρούσε μακρόχρονη σχέση. Μέσω των επαφών της με τους Ναζί προσπάθησε να ανακτήσει τον έλεγχο του αρώματος Chanel από τους εβραίους αδελφούς Βερτχάιμερ οι οποίοι βρίσκονταν ήδη στη Νέα Υόρκη. Κυρίως όμως ήλπιζε να πετύχει την απελευθέρωση του κρατούμενου ανιψιού της Γκαμπριέλ Παλάς. Ηταν γιος της αδελφής της, τον οποίο μεγάλωσε η ίδια από 6 ετών όταν πέθανε η μητέρα του. Εχει ειπωθεί όμως ότι στην πραγματικότητα ήταν δικό της εξώγαμο παιδί. Η Εντμόντ όμως το αρνείται «αν είχε παιδί θα το έλεγε» υποστηρίζει. Η μοναδική συγγενής της Κοκό, Γκαμπριέλ Παλάς-Λαμπρουνί, κόρη του Γκαμπριέλ, αρνείται να πει αν είναι εγγονή ή ανηψιά της, ετοιμάζεται μάλιστα να σύρει στα δικαστήρια τον Γάλλο εκδότη μόλις το βιβλίο  κυκλοφορήσει στη Γαλλία, ο Καρλ Λάγκερφελντ όμως δηλώνει ενθουσιασμένος: «Η αλήθεια δεν μας αφορά. Ενας μύθος είναι ένας μύθος κι εγώ προτιμώ τη φαντασία μου από τα ιστορικά στοιχεία. Μου αρέσει η ιδέα μιας άγαμης μητέρας, που ξεκίνησε τη ζωή της σαν παλιοκόριτσο αλλά αρνήθηκε να την τελειώσει σαν υπηρέτρια ή σαν τελειωμένη πόρνη. Η Σανέλ είναι ιδέα. Μελαχροινή, νευρική, κακιά. Δεν ήταν θύμα. Ούτε πολιτικά ορθή.» Σημασία, λοιπόν, έχει ο μύθος, όχι η πραγματικότητα, όπως πίστευε εξάλλου και η ίδια η Κοκό.

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ

1883. Στις 19 Αυγούστου  γεννιέται η Γκαμπριέλ Σανέλ

1895. Η 32χρονη μητέρα της πεθαίνει, ο πατέρας της εξαφανίζεται και η Γκαμπριέλ οδηγείται στο ορφανοτροφείο της Ομπαζίν.

1903-1906. Προσλαμβάνεται σε ένα κατάστημα γυναικείων ενδυμάτων στη Μουλέν. Αρχίζει να έχει τους πρώτους εραστές και ονειρεύεται να γίνει τραγουδίστρια σε καμπαρέ

1908. Γνωρίζει τον Άρθουρ «Μπόι» Κάπελ, τον μεγάλο της έρωτα που θα σκοτωθεί σε τροχαίο ατύχημα.

1910. Ανοίγει ένα πιλοποιείο στην οδό Καμπόν 21, το «Chanel Modes»

1913. Ανοίγει ένα κατάστημα στη Ντοβίλ

1915. Πρώτος οίκος μόδας στο Μπιαρίτζ

1918. Η παρισινή μπουτίκ της διευρύνεται. Μετακομίζει στην οδό Καμπόν 31.

1921. Λανσάρει το άρωμα Νο 5

1924. Δημιουργία της εταιρείας αρωμάτων Chanel μαζί με τους αδελφούς Βερτχάιμερ, οι οποίοι κρατάνε το 90%

1939. Ο οίκος μόδας κλείνει

1940-1944  Ερωτεύεται έναν γερμανό αξιωματικό, εγκαθίσταται στο ξενοδοχείο Ριτζ και προσπαθεί να απελευθερώσει τον κρατούμενο ανηψιό της

1945. Εγκαθίσταται στην Ελβετία

1947 Υπογράφει νέο συμβόλαιο με τους Βερτχάιμερ. Κρατάει το 2% από τις πωλήσεις των αρωμάτων της σε όλο τον κόσμο και τα έξοδα της πληρώνονται από την εταιρεία.

1953. Ξανανοίγει ο οίκος μόδας

1956 Γεννιέται το ταγιέρ Σανέλ

1965 Γράφει τη διαθήκη της

10 Ιανουαρίου 1971 Η Κοκό Σανέλ πεθαίνει στο Ριτζ

Δημοσιεύτηκε στα Νέα του Σαββάτου, 08.09.2012

2 Σχόλια Προσθέστε το δικό σας

  1. Ο/Η Popi/tasteadvisor λέει:

    κορυφαίο Κική μου

    1. Ο/Η kikitri λέει:

      ευχαριστώ, Πόπη 🙂

Σχολιάστε