ΖΥΛΙΕΤ ΓΚΡΕΚΟ – Μια «νεαρή» μεγάλη κυρία

στις

Πιο νεανική από ποτέ, η μούσα των υπαρξιστών γιόρτασε φέτος τα γενέθλια για τα 85 της χρόνια με μια νέα αυτοβιογραφία, ένα καινούργιο άλμπουμ και μια συναυλία στο κατάμεστο θέατρο του Σατλέ στο Παρίσι.

 Ντυμένη όπως πάντα στα μαύρα, με μαύρα μαλλιά, λευκό μέικ-απ και μακριές ψεύτικες βλεφαρίδες, η ιέρεια του υπαρξισμού εξακολουθεί στα 85 της να μαγνητίζει το κοινό της. Επιτομή της κομψότητας και της ελευθερίας, η επαναστάτρια Ζυλιέτ Γκρεκό έγινε διάσημη στο μεταπολεμικό Παρίσι  τραγουδώντας μερικά από τα χαρακτηριστικότερα τραγούδια του γαλλικού chanson. Mετά από μια καριέρα εξήντα χρόνων ηχογράφισε -πριν από δύο χρόνια- ένα άλμπουμ με μουσικούς του χιπ χοπ, ενώ πρόσφατα παρουσίασε τα καινούργια της τραγούδια που είναι όλα εμπνευσμένα από τις γέφυρες του Παρισιού. Και τα γενέθλιά της τα γιόρτασε φυσικά στη σκηνή. Με μια συναυλία στο κατάμεστο θέατρο του Σατλέ, όπου καταχειροκροτήθηκε από διάσημους και μη θαυμαστές της. Ανάμεσά τους ήταν και ο δήμαρχος του Παρισιού. «Είμαι πια μια  πολυβραβευμένη γυναίκα και το απολαμβάνω. Το μόνο παράξενο είναι ότι εκλείπουν οι άνθρωποι της ηλικίας μου. Μερικοί φίλοι μου είναι 60αρηδες,  άλλοι στα 70 αλλά κανένας δεν είναι τόσο μεγάλος όσο εγώ» είπε πρόσφατα στην εφημερίδα Ντι Τσάιτ  με την ευκαιρία της γερμανικής έκδοσης της καινούργιας της βιογραφίας με τίτλο «Ετσι είμαι εγώ».

Γεννήθηκε το 1927. Κόρη ενός Κορσικανού αστυνομικού και μιας Γαλλίδας από το Μονπελιέ που δούλευε στην αντίσταση, την περίοδο της γερμανικής κατοχής η Ζυλιέτ, που θα κατακτούσε αργότερα τη μουσική σκηνή, το θέατρο και τον κινηματογράφο, έζησε για ένα διάστημα σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και στα δεκατέσσερα παράτησε το σχολείο για να «σπουδάσει» στα μπιστρό και τα καμπαρέ του Σαιν Ζερμαίν.  Όταν διάβαζε Σαρτρ και Μποβουάρ δεν καταλάβαινε τίποτα όλοι όμως οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι εκείνης της εποχής ήταν φίλοι της. Ο Σαρτρ μάλιστα ήταν αυτός που την έπεισε να ασχοληθεί με το τραγούδι.

Μανιώδης καπνίστρια, με ένα βιβλίο κάτω από τη μασχάλη και πάντα ντυμένη με αντρικά ρούχα  έγινε το μοντέλο της μεταπολεμικής γενιάς για μια ζωή ενάντια στο κατεστημένο. «Η Μαρλέν Ντίτριχ φορούσε παντελόνια ήδη από τη δεκαετία του1930, αλλά ήταν κομψά, ραμμένα από τη Σανέλ. Εγώ φορούσα από ανάγκη τα παντελόνια των συγκατοίκων μου στην πανσιόν που ζούσα μετά τον πόλεμο. Και αργότερα όταν έβγαλα λίγα λεφτά αγόρασα ένα μαύρο παντελόνι και ένα μαύρο πουλόβερ» θα πει. Οσο για το μικρό μαύρο φόρεμα με το οποίο έγινε διάσημη τραγουδώντας το χρωστάει στον σκηνοθέτη Νίκο Παπατάκη, που είχε το καμπαρέ «ροζ ρουζ»-στέκι υπαρξιστών φιλοσόφων και διανοουμένων όπως οι Σαρτρ, Μποβουάρ, Ζενέ, Κοκτό, Πρεβέρ, κ.α. «Δεν μπορείς να τραγουδήσεις έτσι», της είπε ο Παπατάκης. Την πήγε, λοιπόν, στη μπουτίκ του Μπαλμέν που είχε εκπτώσεις και της αγόρασε ένα απλό μαύρο φόρεμα με μια τεράστια χρυσή τρέσα, την οποία η Ζυλιέτ ξήλωσε  με το ψαλιδάκι των νυχιών.

Εκτός από τις διάσημες φιλίες της, η ερωτική ζωή της επίσης δεν πέρασε απαρατήρητη. Η σχέση της με τον κινηματογραφικό παραγωγό Ντάριλ Ζανούκ, οι γάμοι της με τους ηθοποιούς Φιλίπ Λεμέρ –το 1954 απέκτησαν μια κόρη- και  Μισέλ Πικολί και ο πιο πρόσφατος με τον νεώτερό της πιανίστα Ζεράρ Ζουανέ, και φυσικά η σχέση της με τον κορυφαίο της τζαζ Μάιλς Ντέιβις τράβηξαν πολλές φορές επάνω της τα φώτα της δημοσιότητας.

Τα τελευταία χρόνια η παρουσία της υπήρξε διακριτική. Πάλευε με τον καρκίνο και φυσικά τα κατάφερε γιατί μια γυναίκα με το δικό της ταμπεραμέντο δεν το βάζει κάτω. «Θεώρησα τον καρκίνο μου ως ένα δυσάρεστο εμπόδιο. Όχι σαν βέβαιο θάνατο», δήλωσε πρόσφατα στη γαλλική Ζουρνάλ ντι Ντιμάνς.

Η μαγεία του έρωτα

Ο Ζαν Πολ Σαρτρ τον ρώτησε γιατί δεν την παντρεύτηκε. Κι εκείνος απάντησε πως την αγαπούσε πάρα πολύ για να θέλει να την κάνει δυστυχισμένη. «Πράγμα που όμως δεν είχε να κάνει με απιστίες και Δονζουανισμούς, ήταν απλά θέμα χρώματος», είπε η Ζιλιέτ Γκρεκό σε μια συνέντευξη στη Γκάρντιαν για τη γνωριμία της με τον Μάιλς Ντέιβις. Ηταν όμως κι εκείνος ρατσιστής. «Μια μέρα θα έχω μια λευκή Ρολς και έναν λευκό σοφέρ» της είχε πει κάποτε και ερωτεύτηκε μια λευκή.

Γνωρίστηκαν το 1948 στο Παρίσι, όταν ο 22χρονος Μάιλς έπαιξε για πρώτη φορά στην αίθουσα Πλεγιέλ. Δεν υπήρχαν θέσεις –αλλά και να υπήρχαν η Ζιλιέτ δεν είχε λεφτά να αγοράσει εισιτήριο. Έτσι παρακολούθησε τη συναυλία από το θεωρείο της Μισέλ Βιάν της γυναίκας του Μπορίς που την είχε πάρει υπό την προστασία της. «Έβλεπα το προφίλ του, πραγματικός Τζιακομέτι, ένα πρόσωπο μεγάλης ομορφιάς. Δεν μιλάω καν για την ιδιοφυΐα του: δεν χρειαζόταν να είναι κανείς ειδικός της τζαζ για να εντυπωσιαστεί. Υπήρχε μια ασυνήθιστη αρμονία ανάμεσα στον άνθρωπο, το όργανο και τον ήχο – ήταν συγκλονιστικό» θα πει. Το ίδιο βράδυ έφαγαν μαζί με μια μεγάλη παρέα σε ένα ελληνικό εστιατόριο και ερωτεύτηκαν σφοδρά, αν και εκείνος δεν μιλούσε γαλλικά ούτε εκείνη αγγλικά.»Δεν έχω ιδέα πώς τα καταφέραμε να συνεννοηθούμε. Το θαύμα του έρωτα».

Το γιατί δεν την πήρε μαζί του στην Αμερική το κατάλαβε μερικά χρόνια αργότερα όταν έμενε σε μια σουίτα  του Γουόλντορφ Αστόρια και τον κάλεσε για φαγητό. Η έκφραση στο πρόσωπο του μετρ ντ’οτέλ τα έλεγε όλα. Τους σέρβιραν  δύο ώρες αργότερα σχεδόν τους πέταξαν τα πιάτα στα μούτρα. Στις 4 η ώρα το πρωί ο Μάιλς της τηλεφώνησε κλαίγοντας: «Δεν θέλω να σε ξαναδώ εδώ σε μια χώρα όπου αυτό το είδος της σχέσης είναι αδύνατο». Παρ’όλα αυτά δεν σταμάτησαν να επικοινωνούν. Για τελευταία φορά συναντήθηκαν το 1991 στο σπίτι της όπου ο Μάιλς την επισκέφθηκε λίγους μήνες πριν πεθάνει.

Σχολιάστε